Για την Ευρωπαϊκή Ενωση, οι ανησυχίες των αγορών χρήματος μετρούν περισσότερο από ό,τι εκείνες των πολιτών και των λαών της. Αυτή η ιεράρχηση προτεραιοτήτων συνιστά ήδη έλλειμμα δημοκρατικής νομιμοποίησης.
Παρ' όλ' αυτά, οι χρηματαγορές δεν πείθονται, αλλά παραμένουν εκτός ελέγχου. Με κάθε έκτακτη σύνοδο Ευρωπαίων ηγετών, αντί να ηρεμούν, αποχαλινώνονται, σε όλο και πιο επικίνδυνη πορεία.
Με τα προγράμματα «διάσωσης» των περιφερειακών χωρών της ευρωζώνης, τα χρέη των υπερχρεωμένων εκτινάσσονται, ενώ παράλληλα τα εισοδήματά τους συρρικνώνονται, ώστε η εξυπηρέτηση των δανείων να προεξοφλείται ως πρακτικά αδύνατη. Η ευρωπαϊκή διαχείριση του δημόσιου χρέους στις χώρες της ευρωζώνης, αντί να κερδίζει την εμπιστοσύνη των αγορών, αποβαίνει αιτία αύξουσας ανησυχίας. Για τις τελευταίες, το φάρμακο αποδεικνύεται φρικτότερο από την ασθένεια, η λύση περισσότερο ολέθρια από το πρόβλημα. Στη βάση της ευρωπαϊκής συνταγής βρίσκεται το νεοφιλελεύθερο δόγμα που αποδίδει το χρέος σε υστέρηση ανταγωνιστικότητος των υπερχρεωμένων οικονομιών. Με το «Σύμφωνο για το ευρώ», που η ευρωζώνη υιοθέτησε πρόσφατα (Απρίλιος 2011), η λιτότητα εισοδημάτων και δαπανών, με συνέπεια τη μακροχρόνια ύφεση της οικονομίας, επιβάλλεται ως απαράκαμπτη «θεραπευτική αγωγή», με στόχο την υποθετική βελτίωση ανταγωνιστικότητος της υπερχρεωμένης οικονομίας.
Ωστόσο, στην πράξη η λιτότητα συνεπάγεται παρατεταμένη ύφεση, η οποία, προτού προλάβει να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα, εγγράφει την οικονομία σε προοπτική κατάρρευσης, καθιστώντας τη χρεοκοπία αναπόφευκτη. Ο θλιβερός ορίζων των προγραμμάτων «διάσωσης» τροφοδοτεί τους εφιάλτες των αγορών και τις αρνητικές εκτιμήσεις των αξιολογικών οίκων, που δεν προηγούνται, αλλ' απλώς έπονται. Ομως στην οικονομική ιστορία, υψηλά δημόσια χρέη, όπως των ΗΠΑ και της Βρετανίας, μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν αποπληρώθηκαν με ύφεση της οικονομίας, αλλά με υψηλή ανάπτυξη. Στην πρόσφατη περίοδο, τα αμερικανικά ομόλογα Μπρέιντι (1989) διέσωσαν τις χώρες της Λατινικής Αμερικής από την υπερχρέωση, όμως όχι με λιτότητα, αλλά με ανάπτυξη του εθνικού εισοδήματός τους.
Ενόσω το χρέος αυξάνεται ταχύτερα από το εθνικό εισόδημα που το εξυπηρετεί, όπως συμβαίνει σήμερα στις περιφερειακές ευρωπαϊκές χώρες που δέχονται υπερμεγέθη πακέτα «διάσωσης», η βιωσιμότητά του θα παραμένει προβληματική, ακόμη και χωρίς καμιά απολύτως γνωμοδότηση αξιολογικών οίκων. Κι ακόμη, όπως ο Πολ Κρούγκμαν έχει δείξει, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητος, που ιδρύεται από το 2013, δεν προβλέπεται να στηρίζει χώρες με πρόβλημα φερεγγυότητος. Δεν θα αγοράζει κρατικά ομόλογα τη στιγμή που εκδίδονται, αλλά μόνο στη δευτερογενή αγορά. Δεν θα χρηματοδοτεί ούτε θα στηρίζει αφερέγγυα κράτη, τα οποία δεν θα μπορούν να προσφύγουν στο νεοπαγή ευρωπαϊκό θεσμό παρά μόνον αφού προηγουμένως αποκαταστήσουν τη φερεγγυότητά τους με δικό τους κόστος. Η ευρωζώνη διαχειρίζεται κρίσεις ρευστότητος των χωρών-μελών, εν τούτοις αποποιείται ξεκάθαρα τις κρίσεις φερεγγυότητος, τις οποίες «φορτώνει» καθ' ολοκληρίαν στις ίδιες τις υπερχρεωμένες χώρες.
Σήμερα η κρίση αξιοπιστίας του δημόσιου χρέους στην ευρωζώνη αγγίζει τα όρια παροξυσμού. Ομως, ποιος άλλος ευθύνεται κατά πρώτο λόγο γι' αυτό, εάν όχι η ίδια η ευρωζώνη; Δεν είναι η ίδια που με το Σύμφωνο Σταθερότητος (1998) απαγόρευσε στα κράτη-μέλη τη χρηματοδότηση από τις κεντρικές τράπεζες; Δεν είναι η ίδια που αναίρεσε το δημόσιο και κυριαρχικό χαρακτήρα τους, υποχρεώνοντάς τα να προσφεύγουν ως απλοί ιδιώτες στις χρηματαγορές; Δεν είναι η ίδια που εξέθεσε τα κράτη στην «κυριαρχική» αξιολόγηση των αγορών και των ιδιωτικών οίκων; Εάν τα κράτη είχαν παραμείνει πραγματικά κυρίαρχα (sovereign), τότε δεν θα υπήρχε η σημερινή παθολογική και ασταθής εξάρτησή τους από την ετυμηγορία των ιδιωτών.
Ακόμη πιο θλιβερό είναι το θέαμα της ισχυρότερης στον κόσμο ένωσης κρατών, που προσπαθεί ανεπιτυχώς να πείσει τους ιδιώτες δανειστές για την αξιοπιστία της, που η ίδια καταλυτικά υπονομεύει. Εχουν οι καιροί γυρίσματα. Η Ευρώπη βρίσκει σήμερα μπροστά της ό,τι η ίδια, με νεοφιλελεύθερο δογματισμό και ακραία μονομέρεια, κατασκεύασε στο πρόσφατο παρελθόν. Οταν για την αναδιάρθρωση δημόσιου χρέους αξιώνει συμμετοχή ιδιωτών σε αυτήν, ενώ για ιδιωτικά χρέη την παρακάμπτει, όταν απορρίπτει την κοινοτικοποίηση των δημόσιων χρεών, την έκδοση ευρω-ομολόγων και την ευρωπαϊκή διαχείρισή τους, όταν η επιφυλακτικότητα, η κωλυσιεργία, η αναβλητικότητα και η νωθρότητα στη λήψη αποφάσεων σφραγίζουν καταλυτικά το ευρωπαϊκό τοπίο, τότε ποιος τροφοδοτεί την αβεβαιότητα για το μέλλον της Ευρώπης, εάν όχι πρωτίστως η ίδια;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου