Του Στάθη Κουβελάκη
1) Η ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου και η ηρωϊκή μάχη του πρωτοπόρου τμήματος του αθηναϊκού λαού αντιμέτωπου με την αστυνομική αγριότητα σηματοδοτούν το τέλος ενός εξεγερσιακού κύκλου που άνοιξε στις 25 Μαϊου με το κίνημα των πλατειών.
Ο κύκλος αυτός, αν και τελειώνει με ήττα στον άμεσο στόχο του, αποτελεί καθοριστική τομή στην πολιτικο-κοινωνική σύγκρουση που την είσοδο στην εποχή του Μνημονίου. Μια τομή που διαπερνά όλα τα επίπεδα του κοινωνικού σχηματισμού, από τη διαμόρφωση της συνείδησης και των πρακτικών πλατειών λαϊκών στρωμάτων μέχρι τις μεταβολές στο εσωτερικό του πολιτικού συστήματος και του κράτους. Η συνέχιση του αγώνα προϋποθέτει κατανόηση του περιεχομένου και των συνεπειών αυτής της τομής.
2) Η ορμητική είσοδος του λαϊκού παράγοντα στο προσκήνιο, έξω από οποιαδήποτε προϋπάρχον πλαίσιο, ανέτρεψε το μέχρι τότε σκηνικό. Ενεργοποίησε καινούργιες δυνάμεις, έσπασε το κυριάρχο κλίμα παθητικότητας και παγωμάρας του «μνημονιακού χειμώνα». Εδωσε έναν αέρα αυτοπεποίθεσης στον σκληρά δοκιμαζόμενο κοινωνικό κορμό, έφερε καινούργιες πρακτικές, άρχισε να ανιχνεύει συμμαχίες, μορφές οργάνωσης και κεντρικά πολιτικά ερωτήματα - με αιχμές τη δημοκρατία, το χρέος, την εθνική κυριαρχία. Ακριβώς γι αυτό το λόγο, και παρά την αναμφισβήτητη παρουσία των (εκτός ΚΚΕ) αγωνιστών της, κατέδειξε και την έκταση της κρίσης της αριστεράς. Κρίση οργάνωσης, κρίση στρατηγικής καιπρογράμματος, κρίση ιδεολογική, κρίση που συμπυκνώνεται στην αδυναμία μονιμότερης ενοποίησης των (αναπόφευκτα) ετερογενών δυνάμεων που απελευθερώνει μια τέτοια δυναμική γύρω από συγκεκριμένους στόχους και με νικηφόρα προοπτική. Για να το πούμε διαφορετικά, αυτή η εξεγερσιακή φάση (όπως, με διαφορετικό τρόπο, και ο Δεκέμβρης του 2008) κατέδειξε και πάλι τα απαράβατα όρια που θέτει στη λαϊκή παρέμβαση ο διαχωρισμός του κοινωνικού με το πολιτικό.
3) Οι εντός αριστεράς απόψεις που μας καλούν να συμφιλιωθούμε, ή και να χαρούμε μ’αυτήν την πραγματικότητα (είτε δοξάζοντας τις πλατείες ως το νέο περίπου παντοδύναμο «υποκείμενο» είτε χαιρετίζοντας το τέλος των «ηγεμονικών κομμάτων» και των «ηγεσιών»), απλά συγκαλύπτουν το πρόβλημα, δηλαδή το θέμα των πολιτικών διαμεσολαβήσεων. Γι αυτό και υποτιμούν τα στοιχεία υπέρβασης που ανέδειξε η συγκυρία, έστω και αποσπασματικά, με κύριο την απαρχή συνάντησης των πλατειών με το εργατικό-συνδικαλιστικό κίνημα που σηματοδότησε η λαϊκή έκρηξη της 15ης Ιούνη. Οπως και υποτιμούν τη δυνατότητα πολιτικοποίησης με μαζικούς όρους των πιο προχωρημένων αιτημάτων που ακούστηκαν στις πλατείες, με αιχμή το «δεν χρωστάω, δεν πουλάω, δεν πληρώνω». Σε μια «ομαλή» περίοδο όλα αυτά θα ήταν θέματα μιας συζήτησης μακράς πνοής. Ας λάβουμε όμως υπ’όψη μας ότι καμμία αριστερά δεν έχει ως τώρα επιβιώσει σε κοινωνίες που υπέστησαν «θεραπείες-σοκ» του τύπου αυτής που εφαρμόζεται τώρα στην Ελλάδα. Θα ήταν τραγικό ο κύκλος αυτός να τελειώσει χωρίς την ανάδειξη ενός «δια ταύτα», μιας ριζοσπαστικής πολιτικής πρότασης της αριστεράς στα κρίσιμα θέματα της συγκυρίας, αρχίζοντας από το χρέος και τη δημοκρατία.
4) Η τομή που επέφεραν τα «Ιουνιανά» προκαλεί καθοριστικής σημασίας κλυδωνισμούς στο πολιτικό σύστημα και τη μορφή του κράτους. Βαθειά απονομιμοποιημένο, χωρίς ορατή προοπτική ακόμη και απλής σταθεροποίησης της οικονομικο-κοινωνικής κατάστασης, το πολιτικό σύστημα μπαίνει σε φάση αυξανόμενης αυτονόμησης από τις συνήθεις σχέσεις εκπροσώπησης και γενικότερα από τους κανόνες του μεταπολιτευτικού κοινοβουλευτισμού, τείνοντας σε κάτι που ο Γκράμσι χαρακτήρισε ως «καισαρισμό χωρίς καίσαρα». Η κοινοβουλευτική μορφή ναι μεν διατηρείται πλην όμως τείνει να μετατραπεί σε απλό περίβλημα εντός του οποίου το κυρίαρχο μπλοκ συγκροτείται πάνω σε λογικές «μεγάλων συμμαχιών», που διαπραγματεύονται άμεσα τα ενδοαστικά συμφέροντα, μακρυά από τις κοινωνικές συναινέσεις που διαμεσολαβούνται από τα «κόμματα μαζών», έστω και με την εκφυλισμένη πελατειακή μορφή της τελευταίας περιόδου. Εκεί εντοπίζεται το ουσιαστικό περιεχόμενο των διαδικασιών που άρχισαν με την δοκιμαστική, αλλά πρόωρη, διαπραγμάτευση της 15 Ιούνη, που συνεχίζονται με τη συναίνεση/συνενοχή ΠΑΣΟΚ-ΝΔ στο μεγάλο φαγοπότι των «αποκρατικοποιήσεων» και που πιθανά θα καταλήξουν σε συνταγματική μεταρρύθμιση. Με δυό λόγια, δεν πρόκειται για απλή αντιδημοκρατική «εκτροπή» ή «ανωμαλία» αλλά για τάση προς μια πολύ πιο οργανική, αν και σταδιακή, καθεστωτική μετάλλαξη. Μια νέα τάξη πραγμάτων με πρόδηλα τα στοιχεία αυταρχικής θωράκισης του κράτους και μόνιμης αντιμετώπισης της όποιας παρουσίας των λαϊκών μαζών στο πολιτικο-κοινωνικό πεδίο ως άμεσης απειλής.
5) Καθοριστικό ρόλο στη «μεταδημοκρατική» μετάλλαξη της κρατικής μορφής παίζει το καθεστώς επιτήρησης που έχει επιβληθεί από τον τρόϊκα, με πρωτεύοντα το ρόλο της ΕΕ. Οι βάσεις του τέθηκαν από το Μνημόνιο και έκτοτε ο κλοιός σφίγγει ολόενα και περισσότερο. Είναι βέβαια απόλυτα σωστό ότι νεοφιλελευθερισμός και δημοκρατία, ακόμη και στην περιορισμένη αστική μεταπολεμική μορφή της, έρχονται σε δομική αντίθεση, ή, για να το πούμε με τους όρους του Πουλαντζά, ότι ο αυταρχικός κρατισμός αποτελεί κυρίαρχη τάση των δυτικών κοινωνιών μετά την καπιταλιστική κρίση της δεκαετίας του 1970. Πρέπει όμως να τονιστεί η πόλωση κέντρου/περιφέρειας που είναι σύμφυτη με την Ευρωζώνη και την ΕΕ δεν αφορά μόνο το οικονομικό επίπεδο. Με την παρούσα κρίση προεκτείνεται πλέον ραγδαία και στο πολιτικό εποικοδόμημα. Οπως τονίζουν σε άρθρο τους στη βρετανική Γκάρντιαν οι Κ. Δουζίνας και Π. Παπακωνσταντίνου «η απώλεια της οικονομικής κυριαρχίας συνοδεύεται από μια πρωτοφανή επίθεση στην πολιτική και νομική ακεραιότητα της χώρας. (...) Δημιουργείται υπόρρητα μια νέου τύπου αποικιοκρατία δια της οποίας οι ελίτ των Βρυξελλών αντιμετωπίζουν τον ευρωπαϊκό Νότο ως κακομαθημένους φτωχούς, αποικιακά υποκείμενα που οφείλουν να μεταρρυθμιστούν και να εκπολιτιστούν» Γι αυτό και η ρήξη με την ΕΕ δεν είναι αναγκαία μόνο για λόγους ταξικούς και οικονομικούς, για την αντιμέτωπιση του θέματος του χρέους και των εντεινόμενων ανισοτήτων εντός της Ευρωζώνης, αλλά πολύ απλά για λόγους στοιχειώδους δημοκρατικής λειτουργίας, ανάκτησης του δικαιώματος των πολιτών αυτής της χώρας να αποφασίσουν ελεύθερα για τις υποθέσεις τους. Η προοπτική αυτή δεν έχει τίποτε το εθνικιστικό ή το απομονωτικό, αποτελεί αντίθετα τη συμβολή του ελληνικού λαού στο διεθνιστικό στόχο της ανατροπής του σημερινού αντιδημοκρατικού, μη-μεταρρυθμίσιμου και ακραία νεοφιλελεύθερου οικοδομήματος που λέγεται ΕΕ. Μιας ανατροπής με τερράστια διεθνή δυναμική, ένα ντόμινο των λαών που θα ανοίξει το δρόμο σε μια πραγματικά διαφορετική Ευρώπη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου