Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011

Τζόζεφ Στίγκλιτς: Η ιδεολογική κρίση του καπιταλισμού.

Μόλις πριν από λίγα χρόνια, μία πανίσχυρη ιδεολογία -η πίστη στις ελεύθερες και αδέσμευτες αγορές- έφερε τον κόσμο στο χείλος της καταστροφής.
Ακόμη και στις ημέρες της ακμής του, από τις αρχές της δεκαετίας του '80 έως το 2007, ο αμερικανικού τύπου καπιταλισμός της απορρύθμισης απέδιδε μεγαλύτερη υλική ευημερία μόνο στους πλέον εύπορους της πλουσιότερης χώρα του κόσμο. Πράγματι κατά την 30ετή ακμή της ιδεολογίας, οι περισσότεροι Αμερικανοί είδαν το εισόδημά τους να μειώνεται ή να παραμένει στάσιμο.

Επιπλέον, η ανάπτυξη των ΗΠΑ δεν ήταν βιώσιμη. Με τη μερίδα του λέοντος του εθνικού προϊόντος να κατευθύνεται στα χέρια λίγων, η ανάπτυξη μπορούσε να συνεχιστεί μόνο μέσω μίας κατανάλωσης χρηματοδοτούμενης από ένα τεράστιο όγκο χρέους. Ήμουν μεταξύ αυτών που ήλπιζαν ότι η χρηματοπιστωτική κρίση θα καταφέρει με κάποιο τρόπο να διδάξει στους Αμερικανούς (και άλλους) ένα μάθημα για την ανάγκη περισσότερης ισότητας, ισχυρότερης ρύθμισης, και μίας καλύτερης ισορροπίας ανάμεσα στις αγορές και τις κυβερνήσεις. Αλίμονο, όμως, δεν έγιναν έτσι τα πράγματα. Αντιθέτως η επιστροφή στο προσκήνιο των οικονομικών θεωριών της δεξιάς, καθοδηγούμενη, όπως πάντα, από ιδεολογικά και ειδικά συμφέροντα, απειλεί για ακόμη μία φορά την παγκόσμια οικονομία - ή τουλάχιστον τις οικονομίες της Ευρώπης και της Ασίας, όπου οι ιδέες αυτές συνεχίζουν να ανθούν.
Στις ΗΠΑ, η ανάδυση αυτή της Δεξιάς, της οποίας οι υποστηρικτές προφανώς επιδιώκουν να ακυρώσουν τις βασικές αρχές των μαθηματικών και των οικονομικών, απειλεί να εξαναγκάσει τη χώρα σε στάση πληρωμών. Εάν το Κογκρέσο δώσει εντολή για δαπάνες, που υπερβαίνουν τα έσοδα, θα δημιουργηθεί ένα έλλειμμα και αυτό το έλλειμμα θα πρέπει να χρηματοδοτηθεί.
Αντί να εξισορροπεί με προσοχή τα οφέλη του κάθε κυβερνητικού προγράμματος δαπανών με τα κόστη της αύξησης των φόρων για τη χρηματοδότηση αυτών των οφελών, η Δεξιά επιδιώκει να χρησιμοποιήσει μία βαριοπούλα: να μην επιτρέψει την αύξηση του ορίου δανεισμού, ζητώντας δραστικές περικοπές των δαπανών και φοροελαφρύνσεις. Η στάση αυτή αφήνει ανοιχτό το ερώτημα ποιες δαπάνες έχουν προτεραιότητα - και εάν οι δαπάνες για την καταβολή των τόκων επί του δημοσίου χρέους δεν έχουν, τότε η στάση πληρωμών είναι αναπόφευκτη. Επιπρόσθετα, το να περικόπτεις τις δημόσιες δαπάνες τώρα, εν μέσω μίας κρίσης, την οποία πυροδότησε η ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς, θα επέτεινε αναπόφευκτα την επιβράδυνση.
Πριν από μία δεκαετία, στην κορύφωση της οικονομικής άνθησης, οι ΗΠΑ εμφάνιζαν ένα πλεόνασμα τόσο μεγάλο, που απειλούσε να εξαλείψει το εθνικό χρέος. Υπερβολικές φοροελαφρύνσεις και πόλεμοι, μία μεγάλη ύφεση και εκτίναξη του κόστους υγειονομικής περίθαλψης (την οποία πυροδότησε εν μέρει η δέσμευση της κυβέρνησης του Τζορτζ Μπους να επιτρέψει στις φαρμακοβιομηχανίες να καθορίζουν οι ίδιες τις τιμές, ακόμη και όταν διακυβεύονται κρατικά κεφάλαια) πολύ γρήγορα μετέτρεψαν ένα τεράστιο πλεόνασμα σε ελλείμματα - ρεκόρ για καιρό ειρήνης.
Η θεραπεία για το αμερικανικό έλλειμμα προκύπτει άμεσα από τη διάγνωση: Βάλτε την Αμερική να ξαναδουλέψει, τονώνοντας την οικονομία, δώστε τέλος στους ανόητους πολέμους, περιορίστε τις στρατιωτικές δαπάνες και το κόστος των φαρμάκων, αυξήστε τους φόρους, τουλάχιστον στους πολύ πλούσιους. Η Δεξιά, όμως, δεν αποδέχεται καμία από τις παραπάνω λύσεις και πιέζει αντιθέτως για ακόμη μεγαλύτερες φοροελαφρύνσεις στις επιχειρήσεις και τους πλουσίους, σε συνδυασμό με περικοπές των δαπανών για δημόσιες επενδύσεις και κοινωνική πρόνοια, που θέτουν το μέλλον της αμερικανικής οικονομίας σε κίνδυνο και καταστρέφουν ό,τι έχει απομείνει από το κοινωνικό συμβόλαιο. Την ίδια ώρα ο αμερικανικός χρηματοπιστωτικός κλάδος πιέζει σκληρά να αποδεσμευθεί από τις ρυθμίσεις, προκειμένου να επιστρέψει στις καταστροφικά ανέμελες πρακτικές του παρελθόντος.
Η κατάσταση όμως δεν είναι πολύ καλύτερη στην Ευρώπη. Την ώρα που η Ελλάδα και άλλες χώρες αντιμετωπίζουν κρίσεις, το "φάρμακο" της ημέρας είναι τα απαρχαιωμένα πακέτα λιτότητας και οι ιδιωτικοποιήσεις, που πολύ απλά αφήνει τις χώρες, που το λαμβάνουν, πιο φτωχές και ευάλωτες. Το φάρμακο αυτό απέτυχε στην Ανατολική Ασία, τη Λατινική Αμερική και αλλού και θα αποτύχει ξανά στην Ευρώπη. Πράγματι έχει ήδη αποτύχει στην Ιρλανδία, τη Λετονία και την Ελλάδα.
Υπάρχει εναλλακτική: μία στρατηγική οικονομικής ανάπτυξης με τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Η ανάπτυξη θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στη δυνατότητα της Ελλάδας να αποπληρώσει τα χρέη της, οδηγώντας σε πτώση των επιτοκίων στις αγορές, και αφήνοντας μεγαλύτερα δημοσιονομικά περιθώρια για επιπλέον επενδύσεις, που ενισχύουν την ανάπτυξη. Η ανάπτυξη από μόνη αυξάνει τα φορολογικά έσοδα και περιορίζει την ανάγκη για κοινωνικές δαπάνες, όπως τα επιδόματα ανεργίας. Και η εμπιστοσύνη, που γεννάται, οδηγεί σε ακόμη περισσότερη ανάπτυξη.
Δυστυχώς οι χρηματοοικονομικές αγορές και οι οικονομολόγοι δεξιών πεποιθήσεων έχουν μία εντελώς αντίθετη άποψη για το πρόβλημα: πιστεύουν ότι η λιτότητα παράγει εμπιστοσύνη και ότι η εμπιστοσύνη θα παράξει ανάπτυξη. Αλλά η λιτότητα υπονομεύει την ανάπτυξη, επιδεινώνει τη δημοσιονομική θέση της κυβέρνησης ή τουλάχιστον τη βελτιώνει πολύ λιγότερο από ό,τι οι υπέρμαχοί της υπόσχονται, και βάζει την οικονομία σε έναν φαύλο κύκλο.
Έχουμε πραγματικά ανάγκη από ακόμη ένα ακριβό πείραμα, με ιδέες που έχουν επανειλημμένα αποτύχει; Δεν θα έπρεπε, αλλά φαίνεται τελικά ότι θα το υποστούμε. Μία αποτυχία είτε της Ευρώπης είτε των ΗΠΑ να επιστρέψουν σε υγιείς ρυθμούς ανάπτυξης θα είναι αρνητική για την παγκόσμια οικονομία. Μία αποτυχία και των δύο θα είναι καταστροφική - ακόμη και εάν οι μεγάλες αναδυόμενες οικονομίες παραμείνουν σε τροχιά δυναμικής ανάκαμψης. Δυστυχώς, εάν δεν επικρατήσει η λογική, αυτός είναι ο δρόμος που θα ακολουθήσει η παγκόσμια οικονομία.
ΤΖΟΖΕΦ ΣΤΙΓΚΛΙΤΣ,
Ο Τζόζεφ Στίγκλιτς, καθηγητής του Πανεπιστημίου Κολούμπια, είναι κάτοχος Νόμπελ Οικονομίας
Copyright: Project Syndicate, 2011.
www.project-syndicate.org

Δεν υπάρχουν σχόλια: