Tου Νίκου Γ. Ξυδάκη
Η δεινή οικονομική θέση της χώρας έχει φέρει την πλειονότητα της κοινωνίας σε κατάσταση κατάθλιψης, ενώ μεγάλο μέρος της δοκιμάζει ήδη τις αντοχές της απέναντι στον χειμώνα και τις καθημερινές βιοτικές ανάγκες.
Οι μεσοαστικές πολυκατοικίες χωρίς επαρκές πετρέλαιο θέρμανσης δεν είναι σπάνιες φέτος, ενώ στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας τον τόνο δίνουν οι σκουπιδοσυλλέκτες και τα πλήθη των ζητιάνων.
Οι μεσοαστικές πολυκατοικίες χωρίς επαρκές πετρέλαιο θέρμανσης δεν είναι σπάνιες φέτος, ενώ στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας τον τόνο δίνουν οι σκουπιδοσυλλέκτες και τα πλήθη των ζητιάνων.
Το αδιέξοδο κατοπτρίζεται και στην πολιτική σκηνή. Τα μεγάλα κόμματα εξουσίας αδυνατούν να επεξεργαστούν σχέδια διάσωσης, εκτός των προβλεπομένων από την τρόικα. Γνωρίζουμε δε πολύ καλά πια, από την 18μηνη εμπειρία εφαρμογής τους, ότι τα σχέδια της τρόικας δεν οδηγούν σε έξοδο από την κρίση· στην καλύτερη περίπτωση, παρατείνουν μια κατάσταση νεκροφάνειας, ενώ η ύφεση και η ανεργία διαρκώς επιδεινώνονται. Η πρόταση «Ζάππειο ΙΙ» του Αντώνη Σαμαρά προσπάθησε να αφήσει μια χαραμάδα ελπίδας για άλλη διαχείριση της κρίσης, αλλά οι εξελίξεις έχουν ξεπεράσει και αυτή την προσπάθεια.
Αναζητώντας διέξοδο, η κοινή γνώμη στρέφεται προς τα αριστερά, τουλάχιστον σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Τα κόμματα της αριστεράς εισπράττουν δημοσκοπικά τη διαμαρτυρία και το αίσθημα πνιγμού των πληττόμενων λαϊκών και μεσαίων στρωμάτων. Εχουν όμως να αντιπροτείνουν μια ολοκληρωμένη πρόταση διάσωσης; Το ΚΚΕ αρκείται να αναλύει την κρίση σαν κρίση του καπιταλισμού εν γένει και υπόσχεται μια άλλη ζωή όταν επικρατήσει ο σοσιαλισμός. Τα στελέχη του επαναλαμβάνουν στερεότυπα μια συνεκτική, πλην αυτοαναφορική, γραμμή· ακόμη και η αρχηγός του κόμματος αδυνατεί να τοποθετηθεί εκτός γραμμής όταν ερωτάται σε κρίσιμες στιγμές.
Ο Συνασπισμός και ο ΣΥΡΙΖΑ ασκούν σκληρή αντιπολίτευση, αλλά ούτε αυτό το τμήμα της αριστεράς αρθρώνει ενώπιον εθνικού ακροατηρίου έναν ολοκληρωμένο πειστικό λόγο για διάσωση και έξοδο από την κρίση. Σε παρόμοια γραμμή, με διαφοροποιήσεις, κινούνται και οι μικρότεροι: η Δημοκρατική Αριστερά, στην οποία καταγράφεται μειοψηφικό ρεύμα υπέρ των μνημονιακών πολιτικών, και οι Οικολόγοι-Πράσινοι.
Η αριστερά φέρεται σαν να απευθύνεται στα δικά της μερικά ακροατήρια και να επωφελείται από τις μετακινήσεις διαμαρτυρόμενων ψηφοφόρων, σαν να μην την ενδιαφέρει η ευθύνη για το όλον, έστω το πλειονοτικό, άρα και ένας συνολικός λόγος προς τους πληττόμενους. Απουσιάζουν συγκεκριμένες λύσεις για άμεση ανακούφιση των αναγκεμένων, για μερική έστω απασχόληση των νέων, πρωτίστως για ένα βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο· απουσιάζει το «εδώ και τώρα», αντιθέτως περισσεύει η καταγγελία του φρικτού παρόντος και η επαγγελία ενός αόριστου μέλλοντος.
Ισως ζητούνται πολλά από τα κόμματα της αριστεράς, ζητείται να ξεπεράσουν τους εαυτούς τους. Και όμως τα δημοσκοπικά ποσοστά (αθροιζόμενα) προοιωνίζονται ποσοστά ΕΔΑ του 1958. Οφείλουν άρα να υπερβούν τους εαυτούς της νωχελικής αυτάρεσκης μεταπολίτευσης, όπως όλοι, και να δοθούν στην πολιτική πράξη επανεφευρίσκοντας περιεχόμενο και μορφές. Στο κατώφλι μιας εθνικής καταστροφής και ενός κοινωνικού μετασχηματισμού, οι πολιτικές δυνάμεις προτείνουν σχέδιο επιβίωσης, όχι άλλη μια καταγγελία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου