Οι άνθρωποι που θέλουν να ζήσουν δεν θέλουν να βλέπουν να σκοτώνονται άνθρωποι όταν κατεβαίνουν στο δρόμο.
Είμαι βαθιά σοκαρισμένη, κι όπως χιλιάδες κόσμου που επέστρεψαν απο τη χθεσινή συγκέντρωση, μοιράζομαι το αίσθημα ματαίωσης, απογοήτευσης και βαθιάς πίκρας. Αντί οι άνθρωποι σήμερα να γυρίζουν στις δουλειές τους με το κεφάλι ψηλά, μετά από δύο μέρες που σύσσωμη η ελληνική κοινωνία βγήκε τους δρόμους, το κεφάλι με δυσκολία στέκεται στους ώμους, ενώ δυσκολεύεται να πάρει στροφές αισιοδοξίας και να αναπαραστήσει ένα πιο ελπιδοφόρο μέλλον.
Η αντιπαράθεση σχετικά με το ποιος φέρει την ευθύνη για το θάνατο του Δημήτρη Κοτσαρίδη -είχε όνομα ο άνθρωπος, όπως όνομα έχουν όλοι οι νεκροί- το μόνο αποτέλεσμα που έχει είναι να αναπαράγει την παράνοια και τη βαθιά παρακμή που συμπυκνώνουν τα γεγονότα των οποίων μάρτυρες γίναμε χθές το μεσημέρι.
Ενάμιση χρόνο πήρε στον ελληνικό λαό να ξαναβγεί στο δρόμο μετά τους τρεις νεκρούς της Μαρφίν. Όχι τυχαία. Κι ήμουν μεταξύ αυτών που πίστευαν και πιστεύουν ότι η Μαρφίν έπαιξε ιδιαίτερο ρόλο στην ακινητοποίηση της κοινωνίας. Το συλλογικό ασυνείδητο αυτου του λαού, άσχετα αν ο καθένας ξεχωριστά εντάσσεται στους "βαθιά πολιτικοποιημένους" ή οχι, είναι σφραγισμένο από εικόνες μαζικών διαδηλώσεων που καταλήγουν σε νεκρούς. Αυτά τα βιώματα δεν εξαφανίζονται εύκολα από την μνήμη, παρά τη δύναμη της αλλοτρίωσης, του καταναλωτισμού και της ψευδαίσθησης ενός ιστορικού συμβιβασμού.
Οι άνθρωποι που θέλουν να ζήσουν, δεν θέλουν να βλέπουν να σκοτώνονται άνθρωποι όταν κατεβαίνουν στο δρόμο. Αυτή τη θέληση για ζωή τη συμμερίζομαι απολύτως.
Ενάμισι χρόνο κι εκατοντάδες μέτρα πήρε στην κοινωνία (την οποία βουλιάζουν όχι μόνο στη μιζέρια, αλλά και σε μια ιδιαίτερη κοινωνικοπολιτική παθολογία που έκανε χθες επεισοδιακή εμφάνιση) για να δηλώσει παρούσα, ενεργή και αφυπνισμένη.
Η ιστορία μας δαγκώνει πάλι το σβέρκο
Όχι, το σκηνικό της αντιπαράθεσης δεν μας ήταν πρωτόγνωρο. Όσοι και όσες συμμετείχαμε τα τελευταία είκοσι χρόνια στον εορτασμό του Πολυτεχνείου ή σε οποιοδήποτε μαζικό κίνημα, έχουμε πάρει την πικρή γεύση. Η ιστορία επαναλαμβάνεται, αλλά ποτέ με τον ίδιο τρόπο, έλεγε ο μουσάτος. Επαναλαμβάνεται ως φάρσα ή ως τραγωδία. Κανείς δεν μπορεί να μιλήσει για φάρσα σήμερα.
Την ώρα που διακυβεύεται, όχι το μέλλον του ελληνικού λαού (γιατί αυτό διακυβεύεται χρόνια τώρα, κι ας μη θέλανε να το βλέπουν κάποιοι), αλλά οι προϋποθέσεις για μια πραγματική αντίσταση που γεννάει ελπίδες μέσα στο ζόφο, κάποιοι αποφασίζουν ότι είναι η σωστή στιγμή να χτυπηθούν με το ΚΚΕ και το ΠΑΜΕ γιατί "καπελώνουν και αστυνομεύουν το κίνημα".
Εγώ λέω ότι αν κάθε φορά στις επιδείξεις δύναμης του ΚΚΕ συνέβαιναν οι μισές συγκρούσεις απ΄ όσες έγιναν χθες, δεν θα είχε μείνει μέχρι σήμερα ούτε ρουθούνι.
Και ρουθούνι δεν θα μείνει τελικά. Όχι όμως στο πεδίο της ταξικής σύγκρουσης. Όσοι θεωρούν τους εαυτούς τους "επιταχυντές της συνείδησης" και υπερασπιστές των απανταχού θυμάτων του σταλινισμού, την έχουν γραμμένη στα παλιά τους τα παπούτσια αυτή την τελευταία.
Εντέλει, ποιο ήταν το διακύβευμα; Ηταν το κίνημα, η βουλή, οι τροτσκιστές; Το ότι έχουμε τις μολότοφ έτοιμες, κι αφού δεν μπορούμε να τις ρίξουμε στα ΜΑΤ, θα επιτεθούμε στα ΚΝΑΤ; Στο όνομα ποιανού; Την ώρα που όλοι βρίσκονται στο δρόμο, ποιος χρειάζεται "εκπροσώπηση"; Αν το θέμα που απασχολούσε της μεγάλη μάζα της διαδήλωσης ήταν η παρουσία του ΚΚΕ μπροστά από τη βουλή, δεν θα έπρεπε να κάνει η ίδια κάτι για αυτό; Ή μήπως τελικά το κίνημα είναι "συμβιβασμένο" και χρειάζεται κάποιους να κάνουν στη θέση του αυτό που το ίδιο δεν μπορεί να κάνει;
Και ποιος έχει δικαίωμα στο όνομα του κινήματος, να κάνει χρήση βομβών μολότωφ μέσα σε πλήθος ανθρώπων; Δεν είναι αυτή η συνθήκη από μόνη της εξαιρετικά επικύνδυνη για την ανθρώπινη ζωή; Δεν είναι η ανθρώπινη ζωή αγαθό που πρέπει να διασφαλίζεται ; Ή τελικά, για κάποιους, αυτό το αγαθό έχει λιγότερη σημασία μπροστά στο ζήτημα της ηγεμονίας;
Το μεταμοντερνο σκηνικό της αφρικανικού τύπου εμφύλιας σύρραξης, ενώ οι ιμπεριαλιστές παρελαύνουν πάνω σε πτώματα, δεν μπορεί παρά να προκαλεί αηδία και βαθιά ντροπή. Η υιοθέτηση μιλιταριστικών μέσων για μια αντιπαράθεση που εξελίσσεται στο εσωτερικό μιας μαζικής κινητοποίησης θυμίζει κάτι από το πως τσακίστηκε το κίνημα απελευθέρωσης στη Λατινική Αμερική. Σε κάθε περίπτωση, είμαστε στον Τρίτο κόσμο.
Η ιστορία και οι τραγωδίες του εργατικού κινήματος και της αριστεράς έγιναν κουρελόχαρτα για να σκουπίζουν κάποιοι τις "ακαθαρσίες" που έχουν στα κεφάλια τους.
Κάτι τελευταίο: Ο θυμός, στη μακρά διάρκεια, είναι αίσθημα που λειτουργεί οργανωτικά. Το μίσος, αντίθετα, είναι παραλυτικό. Όσοι, την ώρα που η κοινωνία πάει να εκφράσει το θυμό της, αποφασίζουν να παίξουν το χαρτί του μίσους, θα διαλύσουν ό,τι υπάρχει γύρω τους. Κι αυτό είναι το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου