Του Γιώργου Δ. Ανδρέου*
Με το σχέδιο νόμου που δημοσιοποίησε ο Υπουργός Δικαιοσύνης επιχειρείται, για μια ακόμα φορά η αντιμετώπιση της μάστιγας των ναρκωτικών, ενός από τα μεγάλα, αν όχι το μεγαλύτερο, από τα προβλήματα της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας, που, αν δεχθούμε, όπως υποστηρίζουν πολλοί, ότι μια από τις βασικές αιτίες δημιουργίας του είναι οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, αναμένεται να οξυνθεί στις δύσκολες μέρες που ζούμε και τις δυσκολότερες που έρχονται.
Σε πρώτη ανάγνωση φαίνεται ότι η προσέγγιση του θέματος από το σχέδιο νόμου κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, ιδιαίτερα στην βασική του φιλοσοφία, που είναι η αντιμετώπιση του χρήστη ως ασθενούς που χρειάζεται θεραπεία και όχι τιμωρία. Θα μπορούσε επίσης κάποιος να διαφωνήσει ή να συμφωνήσει στις επί μέρους ρυθμίσεις. Θεωρώ όμως εξαιρετικά σημαντικό να επισημανθούν δύο (2) βασικές διαστάσεις του προβλήματος , που δεν αντιμετωπίζονται με το σχ, Νόμου και πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής.
*Δικηγόρος, Μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου και Υπεύθυνος του Τομέα Δικαιοσύνης της Δημοκρατικής Συμμαχίας
Με το σχέδιο νόμου που δημοσιοποίησε ο Υπουργός Δικαιοσύνης επιχειρείται, για μια ακόμα φορά η αντιμετώπιση της μάστιγας των ναρκωτικών, ενός από τα μεγάλα, αν όχι το μεγαλύτερο, από τα προβλήματα της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας, που, αν δεχθούμε, όπως υποστηρίζουν πολλοί, ότι μια από τις βασικές αιτίες δημιουργίας του είναι οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, αναμένεται να οξυνθεί στις δύσκολες μέρες που ζούμε και τις δυσκολότερες που έρχονται.
Πρώτο και το σημαντικότερο. Με το νομοσχέδιο αντιμετωπίζεται η «ασθένεια» και όχι οι αιτίες της, ρυθμίζεται η καταστολή και όχι η πρόληψη. Με απλά λόγια με το νόμο που προτείνει ο κ. Υπουργός Δικαιοσύνης επιχειρείται, σωστά, η με επιεικέστερο και φιλικότερο τρόπο ποινική αντιμετώπιση των χρηστών – ασθενών και η αυστηρότερη των εμπόρων και διακινητών των ναρκωτικών ουσιών, δεν αγγίζει όμως ή αντιμετωπίζει επιδερμικά τις αιτίες του κακού ή έστω κάποιες από αυτές.
Είναι σίγουρο ότι με το σχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης που αναφέρεται στην ποινική αντιμετώπιση του φαινόμενου και την ποινική καταστολή δεν είναι δυνατόν να αλλάξουν οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, που οδηγούν και θα οδηγούν, ιδιαίτερα τους νέους, να καταφύγουν στην ψεύτικη πραγματικότητα των ναρκωτικών. Είναι όμως δυνατή και επιβεβλημένη και η προληπτική αντιμετώπιση του προβλήματος σε κάποια επίπεδα όπως π.χ. στο επίπεδο του περιορισμού της δημιουργίας νέων χρηστών από αιτίες, που δεν συναρτώνται με τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες.
Για παράδειγμα. Είναι κοινός τόπος ότι οι ήδη χρήστες, για να αντιμετωπίσουν την εξαιρετικά υψηλού κόστους προμήθεια της δόσης τους, εκτός του ότι καταφεύγουν στην ποινική παραβατικότητα (κλοπές, ληστείες κλπ) αλλά και την διακίνηση ουσιών (βαποράκια) λαμβάνοντας ως αμοιβή τις «δόσεις» τους, εξωθούνται και εκβιάζονται από τους εμπόρους να δημιουργούν νέους χρήστες – πελάτες, με εξαιρετικά υψηλά μπόνους «δόσεων» στις περιπτώσεις αυτές.
Για το σκοπό αυτό μετέρχονται διάφορους τρόπους που σχετίζονται ιδιαίτερα με τον τρόπο ζωής (γυναίκες, ομοφυλοφιλικές σχέσεις, διασκέδαση κλπ), στοχεύοντας μάλιστα παιδιά ευκατάστατων οικογενειών, που μπορούν να πληρώσουν την πανάκριβη «δόση». Η κατηγορία αυτή των νέων χρηστών είναι κρίσιμη, γιατί κατά κανόνα προέρχεται από άτομα που δεν αντιμετωπίζουν άμεσες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, που τους εξωθούν στα ναρκωτικά. Για να σπάσει η αλυσίδα αυτή, που θα έχει ως συνέπεια τη δραστική μείωση του αριθμού των νέων χρηστών και μάλιστα από το υγιέστερο τμήμα της κοινωνίας, αλλά και τη μείωση της παράλληλης ποινικής παραβατικότητας , θα πρέπει η πολιτεία με ελεγχόμενες συνθήκες και ειδική οργάνωση (το σύστημα ΟΚΑΝΑ και τα κέντρα απεξάρτησης εν πολλοίς έχουν αποτύχει, αν δεν έχουν εκτραπεί του σκοπού τους) αλλά και υποστήριξη να αποσπάσει τους χρήστες από τον θανατηφόρο εναγκαλισμό των εμπόρων, διευκολύνοντας τους ήδη χρήστες στη χρήση και την κατ’ επέκταση θεραπεία και απεξάρτηση είτε με μεθαδόνη είτε και σε συνδυασμό με τις ίδιες ουσίες.
Έτσι οι χρήστες θα σταματήσουν να λειτουργούν ως στρατολόγοι νέων χρηστών και βαποράκια και σιγά - σιγά θα σπάσει η αλυσίδα και θα μειωθεί το υπέρογκο κέρδος από την εμπορία και διακίνηση των ναρκωτικών ουσιών, που είναι αυτό που δημιουργεί εμπόρους και διακινητές, γιατί επιτρέπει το μεγάλο ρίσκο και τις «επενδύσεις» στους χρηματισμούς και τον εκμαυλισμό συνειδήσεων κλπ. Εκτός αυτού θα διευκολυνθεί και η εξάρθρωση δικτύων εμπόρων, που θα αναγκαστούν να βγουν οι ίδιοι μπροστά, χάνοντας παραδοσιακούς πωλητές αλλά και με την παραδοσιακή μέθοδο της κατάδοσής τους από τους απελευθερωμένους χρήστες.
Τα παραπάνω ορίζουν και το δεύτερο και εξίσου σημαντικό πρόβλημα , που το σχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης φαίνεται να το αγνοεί ή το αντιμετωπίζει επιφανειακά, υποκριτικά και στρουθοκαμηλικά, όπως όλα τα σοβαρά θέματα στην χώρα μας. Το πρόβλημα αυτό είναι η επιτακτική οργάνωση αδιάβλητου και αποτελεσματικού συστήματος υποστήριξης των χρηστών, που αρχίζει από τη διαπίστωση και βεβαίωση της ιδιότητας του χρήστη και φτάνει μέχρι την υποστήριξη της απεξάρτησης και της κοινωνικής ένταξής του. Συστήματος στο οποίο θα ακουμπήσει με εμπιστοσύνη, ασφάλεια και σιγουριά ο χρήστης. Γιατί δεν πρέπει να αγνοηθεί και η κοινωνική απαξία του ναρκομανή, που επιβάλλει διακριτικότητα, εχεμύθεια και στοργική αντιμετώπιση.
Όπως αναφέρεται παραπάνω, τα κέρδη είναι τεράστια και οι «διευκολύνσεις» εύκολες με τις ηθικές ανοχές και εκπτώσεις που έχει σήμερα η Ελληνική κοινωνία. Οι βεβαιώσεις της ιδιότητας του χρήστη χορηγούνται με ευκολία και οι έμποροι ονομάζονται με ανάλογη ευκολία χρήστες, διεκδικώντας και πολλές φορές απολαμβάνοντας την προνομιακή μεταχείριση του ποινικού νόμου.
Έτσι η νομοθέτησης ευρείας «νόμιμης» χορήγησης ναρκωτικών ουσιών αλλά και μεθαδόνης μπορεί εύκολα να εκτραπεί σε νέο «εμπορικό κέντρο» διακίνησης. Είναι λοιπόν ανάγκη να ξεριζωθούν οι παθογένειες αυτές, που υποκριτικά κάνουμε πως δεν τις βλέπουμε και να δημιουργηθεί φορέας και οργάνωση ικανή να υποστηρίξει την προσπάθεια αυτή. Το σχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης θεωρεί δεδομένο ότι το Εθνικό Σύστημα Υγείας και τα Δημόσια Νοσοκομεία, στα οποία φορτώνεται το πρόβλημα, έχουν τις υποδομές, την οργάνωση και το ειδικό προσωπικό να αναλάβει την προσπάθεια αυτή. Όμως είναι κοινός τόπος και γνωστό τοις πάσι ότι το ΕΣΥ σήμερα δεν μπορεί να υποστηρίξει την κύρια αποστολή του, που είναι η παροχή υπηρεσιών υγείας.
Έτσι είναι ορατός ο κίνδυνος αντί να λύσουμε να οξύνουμε το πρόβλημα και δημιουργήσουμε εξωτερικά Ιατρεία και άλλα μαγαζιά έκδοσης βεβαιώσεων χρηστών και «δωρεάν» χορήγησης ουσιών. Επιβάλλεται συνεπώς να δούμε το πρόβλημα στις αληθείς του διαστάσεις, με τα πραγματικά του δεδομένα και μετά να το μελετήσουμε σε βάθος, εστιάζοντας στις αιτίες του. Το να λαμβάνουμε μέτρα αποσπασματικά που αλλού στοχεύουν και αλλού χτυπάνε και είναι πλέον ή βέβαιο ότι θα έχουν ως αποτέλεσμα να μεγαλώσει το πρόβλημα, δεν είναι λύση είναι μπάλωμα, που υπηρετεί μόνο επικοινωνιακούς σκοπούς.
Εν κατακλείδι πρέπει ο Υπουργός Δικαιοσύνης με την αναγκαία συμμετοχή του Υπουργείου Υγείας να ξαναδεί το θέμα σοβαρότερα και σε βάθος και να φέρει πρόταση πλήρη και κυρίως αποτελεσματική. Έτσι θα διαψευσθούν όσοι κάνουν βάσιμα τη σκέψη ότι στόχος της ρύθμισης που εισάγει και βγαίνει αν διαβάσει κάποιος προσεκτικά τις δηλώσεις του Υπουργού και το νομοσχέδιο, και μάλιστα στόχος από αυτούς που θα επιτευχθούν σίγουρα και άμεσα, είναι η αποσυμφόρηση των κατάμεστων, έως αδιαχώρητου, φυλακών της χώρας. Γιατί το μόνο σίγουρο είναι ότι εκατοντάδες αν όχι χιλιάδες κρατούμενοι για υποθέσεις ναρκωτικών σε όλα τα στάδια της ποινικής διαδικασίας θα αποφυλακιστούν, σε πολύ σύντομο μάλιστα χρονικό διάστημα από τη δημοσίευση του σχετικού νόμου, με βάση την αρχή της εφαρμογής του επιεικέστερου νόμου στις ποινικές δίκες.
Το κακό είναι ότι η σκέψη αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι είναι ιδιαίτερα προσφιλής η τακτική της Κυβέρνησης αυτής να λέει ή να κρύβει τη μισή τουλάχιστον αλήθεια και να ενεργεί με επικοινωνιακούς όρους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου