Της JUDITH BUTLER*
Ασφαλώς είναι πολύ πιθανό και συμβαίνει συχνά, τα κυρίαρχα ΜΜΕ να ισχυρίζονται ότι η «δημοσιονομική κρίση» έχει επισπεύσει τις μαζικές διαδηλώσεις, τις απεργίες και τις νέες μορφές πολιτικής κινητοποίησης στην Ελλάδα.
Ασφαλώς είναι πολύ πιθανό και συμβαίνει συχνά, τα κυρίαρχα ΜΜΕ να ισχυρίζονται ότι η «δημοσιονομική κρίση» έχει επισπεύσει τις μαζικές διαδηλώσεις, τις απεργίες και τις νέες μορφές πολιτικής κινητοποίησης στην Ελλάδα.
Αν και είναι αλήθεια πως υπάρχει δημοσιονομική κρίση, αυτή δεν έπρεπε να κατανοείται σαν μια περιοδική δυσκολία που περνά μια χώρα ή μια περιοχή πριν ξαναέρθει στο οικονομικό της «status quo». Αυτό που αναδύεται άμεσα και ασυγκράτητα είναι ένας αστερισμός νεο-φιλελεύθερων πρακτικών, οι οποίες εγκαθιστούν ένα νέο παράδειγμα σκέψης για τη σχέση μεταξύ οικονομικών και κοινωνικών μορφών καθώς και νέους τρόπους εκλογίκευσης, ηθικής και υποκειμενικής μορφοποίησης.
Αυτό που σπρώχνει δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους στους δρόμους δεν είναι απλώς η αύξηση της τεχνολογικοποίησης της εργασίας και των μεθόδων υπολογισμού της αξίας της εργασίας και της ζωής.
Βασικά, ο νεο-φιλελευθερισμός λειτουργεί παράγοντας περιττούς πληθυσμούς. Τους εκθέτει στην επισφάλεια, καθιερώνει μορφές προσωρινής εργασίας, καταστρέφει μακροχρόνιους θεσμούς κοινωνικής δημοκρατίας, αποσύρει κοινωνικές υπηρεσίες από όσους είναι οι πλέον απροστάτευτοι (φτωχοί, άστεγοι, χωρίς χαρτιά). Και αυτό επειδή η αξία των υπηρεσιών αυτών και βασικά οικονομικά δικαιώματα, όπως φαγητό, στέγη, έχουν αντικατασταθεί από οικονομικούς υπολογισμούς που εκτιμούν μόνο τις επιχειρηματικές ικανότητες των ατόμων ενώ παράλληλα ηθικολογεί εναντίον όλων εκείνων που αδυνατούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους ή να κάνουν τον καπιταλισμό να δουλέψει γι' αυτούς.
Ετσι όταν ρωτάμε γιατί τόσοι πολλοί είναι στους δρόμους, είναι γιατί αντιτίθενται σε ολόκληρο το οικονομικό καθεστώς που συγκεντρώνει πλούτο για τους πολύ λίγους και αυξάνει τα ποσοστά εκείνων που ζουν στη φτώχεια και είναι εκτεθειμένοι σε επισφάλεια.
Οταν οι πληθυσμοί αντιλαμβάνονται ότι έχουν εγκαταλειφθεί σε τέτοιες συνθήκες χωρίς καμία προστασία, καταλαβαίνουν επίσης ότι δεν αντιπροσωπεύονται πλέον από πολιτικά καθεστώτα που είναι αξεχώριστα από νεοφιλελεύθερες μορφές εξουσίας και λογικής. Σ' αυτό το σημείο, οι δημοκρατικές απαιτήσεις από το κράτος θέτουν εν αμφιβόλω για ποιον είναι το «εμείς» που αντιπροσωπεύεται από τις δημοκρατικές κυβερνήσεις, κυρίως όταν αυτές σύρονται και οδηγούν νεο-φιλελεύθερες οικονομικές μορφές που στηρίζονται σε περιττούς πληθυσμούς, ευέλικτη εργασία και εγκατελειμμένους πληθυσμούς.
Ετσι, όταν οι εγκαταλελειμμένοι συγκεντρώνονται, επιμένουν ότι αποτελούν ακόμη αυτό το «εμείς» που η δημοκρατία πρέπει να αντιπροσωπεύει. Εάν η δημοκρατία μπορεί να έχει ακόμη κάποιο νόημα, πρέπει να εκφράσει τη βούληση του λαού και αυτό που βλέπουμε στους δρόμους, το θόρυβο που ακούμε στις πλατείες. Αυτή είναι η ανασύσταση της λαϊκής βούλησης, η σωματική συγκέντρωση και επιμονή του λαού που δεν θέλει να παραλείπεται και μέσω του οποίου βλέπουμε να θεσπίζονται κοινωνικές μορφές ριζοσπαστικής δημοκρατίας, οι οποίες περιλαμβάνουν σχέσεις ισότητας και αμοιβαίας εξάρτησης.
Το πρόβλημα δεν είναι η δημοσιονομική κρίση, η «διάσωση» της οποίας θα επαναφέρει τα πράγματα στο φυσιολογικό.
Το πρόβλημα είναι ότι οι νεο-φιλελελεύθερες μορφές πολιτικής και οικονομικής εξουσίας συνήθως εγκαταλείπουν τους πληθυσμούς σε συνθήκες επισφάλειας και αυτή η περιοδική εγκατάλειψη των λαών έχει γίνει από μόνη της φυσιολογική. Σαν αποτέλεσμα, το κάλεσμα στους δρόμους επιδιώκει όχι να επιδιορθώσει τη δημοσιονομική κρίση αλλά να επιμείνει ότι η διάλυση του νεο-φιλελευθερισμού είναι επιτακτική ανάγκη για την ανανέωση της ριζοσπαστικής δημοκρατίας.
* Καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Berkeley της Καλιφόρνιας.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου