Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Ο άδικος «θάνατος» του μικρού σχολειού


Θα παραφράσω ελαφρώς μια φράση του Νίτσε, που είναι επίκαιρη όσο ποτέ: «Στα μεγάλα σχολεία η δημόσια εκπαίδευση θα είναι πάντα μέτρια, για τον ίδιο λόγο που στις μεγάλες κουζίνες το φαγητό είναι συνήθως κακό».
Του Χρήστου Βορλόκα
Τι κι αν η κυβέρνηση πιστεύει ακριβώς το αντίθετο; Στις μικρές κοινωνίες όπου το σχολείο αποτελούσε διαχρονικά θεμέλιο προόδου, εστία γνώσης αλλά και κοινωνικής συνοχής, έρχεται ο «οδοστρωτήρας» που ακούει στο εύηχο αλλά αόριστο και ασαφές όνομα «μεταρρύθμιση» αφανίζοντας αυτό το δικαίωμα. Το μεγάλο σχολείο τρώει το μικρό, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τα ψάρια. Λογική άγριων ενστίκτων, κατά μιαν έννοια… 


«Μα, είναι δυνατόν να παίρνουν τα παιδιά από ένα νεότευκτο διδακτήριο, όπως το Γυμνάσιο Μυρτιάς και να τα πηγαίνουν σε λυόμενες αίθουσες στον Πύργο;», αναρωτήθηκε κάποιος φίλος. Όμως το υπουργείο Παιδείας φαίνεται να είναι προσανατολισμένο στην πρακτική πλευρά της εκπαίδευσης, στη λογική των δεδομένων και των αριθμών, προφανώς επειδή υπακούει πιστά στις εντολές της τρόικας για λιγότερες δαπάνες στην Παιδεία. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι κόβουν από κοινωνικές παροχές, αφήνοντας άθικτο το παχυλότατο κονδύλι των οπλικών εξοπλισμών, επειδή προφανώς τα συμφέροντα των βιομηχανιών πολέμου κάπου συναντιούνται με εκείνα των τροϊκανών.

Πού καιρός και διάθεση να σκεφθούν οι αρμόδιοι της κυβέρνησης τι σηματοδοτεί η ύπαρξη ενός σχολείου σ’ ένα μικρό χωριό. Βυθισμένοι στις αναπαυτικές, δερμάτινες πολυθρόνες τους, περιστοιχισμένοι από συμβούλους και γραμματικούς, οι άνθρωποι που παίρνουν τις πολιτικές αποφάσεις για το μέλλον της Ελλάδας συνήθως δεν έχουν αντίληψη της ευεργετικής, λυτρωτικής, μπορώ να πω, διάστασης που καταλαμβάνει ένα ταπεινό σχολειό σ’ ένα χωριό των πεντακοσίων και των χιλίων κατοίκων. Δεν αντιλαμβάνονται ότι δεν είναι μόνο η εκπαιδευτική διαδικασία που ορίζει την επίδραση του σχολείου στις κοινωνίες. Είναι και οτιδήποτε αυτό εκπέμπει, κυρίως η αίσθηση ενός κέντρου πολιτισμού, μιας εστίας γνώσης και δημιουργικότητας που η επίδρασή της διαχέεται σ’ ολόκληρη την κοινότητα.

Πάντα υπήρχε στα χωριά μας μια αίσθηση μιζέριας και υστέρησης, γνωρίσματα που συνδέονται άμεσα με το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο των ανθρώπων της υπαίθρου. Μετά το μεγάλο κύμα αστυφιλίας όπου οι πλέον μορφωμένοι επέλεξαν τις πόλεις για να επιβιώσουν, στα χωριά έμειναν οι άνθρωποι της γης και του μόχθου, άνθρωποι που στην πλειοψηφία τους δεν μπόρεσαν να παρακολουθήσουν παρά ελάχιστα την βασική εκπαίδευση. Σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον το σχολείο αποτέλεσε το απόλυτο αντίβαρο, νησίδα λάμψης και πλεονέκτημα ζωής για τις μικρές κοινωνίες. 

Έτσι, καταργώντας το σχολείο από κάποια μικρή κοινωνία είναι σαν να σβήνει κανείς ένα φως, αφήνοντας το σκοτάδι να κυριαρχήσει. Από την άλλη, οδηγώντας τους μαθητές του σχολειού που έκλεισε σε άλλα μεγαλύτερα σχολεία αστικού τύπου, παρεμβαίνει σε πολύ λεπτές ισορροπίες της κοινωνικής διάρθρωσης, στον οικογενειακό προγραμματισμό, στην ανάγκη των μετακινήσεων και στο άγχος που αυτές συνεπάγονται, αλλά και στην αποδυνάμωση των διαπροσωπικών σχέσεων στη μικρή αυτή κοινωνία, αφού πια δεν θα υπάρχει το σχολείο και οι δράσεις του για να ενώνουν τους ανθρώπους του χωριού.

Άρον άρον το υπουργείο διώχνει τους μαθητές από τη Μυρτιά, την Εφύρα, τα Καβάσιλα, το Νιοχώρι, το Αυγείο, προσδοκώντας στην ευημερία των αριθμών αλλά αγνοώντας την ευημερία των κοινωνιών. Και αυτό ενοχλεί, πληγώνει πολύ…

Δεν υπάρχουν σχόλια: