ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΟΥΤΣΑΝΗ
Σύμφωνα με την ειδησεογραφία, η χώρα εισήλθε σε ένα (ακόμη) «κρίσιμο δεκαήμερο», που άρχισε την Παρασκευή με τη συζήτηση του προϋπολογισμού. Ειλικρινά, δε θυμάμαι πόσα «κρίσιμα» πενθήμερα, δεκαήμερα, δίμηνα ή εξάμηνα έχουμε ζήσει από την αρχή της οικονομικής κρίσης. Φαντάζομαι τόσα όσες οι, υπεσχημένες αλλά μηδέποτε πραγματοποιηθείσες, διαδοχικές «διασώσεις» μας, οι οποίες από την κρίση δανεισμού μάς οδήγησαν στην κρίση χρέους, στην ύφεση και στο «κούρεμα» του χρέους, που κάποιοι το προέβλεπαν ενώ άλλοι απλώς το ξόρκιζαν.
Κάπως έτσι (και μετά το διετή καβγά των «μνημονιακών» με τους «αντιμνημονιακούς» – καβγάς «περί παπλώματος» κι αυτός) φτάσαμε στο δεύτερο μνημόνιο και στην κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου. Βεβαίως, πλην ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ ουδείς κάνει λόγο για «νέο μνημόνιο». Ολοι, πλέον, αναθεματίζοντας το πρώτο, αναφέρονται στη «συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου» και είναι πανευτυχείς.
Ο Καρατζαφέρης είχε δίκιο, όταν, σε κάποιο από τα τηλεοπτικά show του, είπε πως «αν δεν υπήρχε ο Παπαδήμος θα έπρεπε να τον εφεύρουμε». Είτε το εγχώριο πολιτικό σύστημα υστερόβουλα τον «εφηύρε» για να σώσει το σαρκίο του, είτε οι συγκυρίες τον επέβαλαν, βέβαιο είναι ότι εάν έχουμε μία πιθανότητα να παραμείνουμε στην ευρωζώνη, με τους νέους, μάλιστα, αυστηρότερους κανόνες, ο Λ. Παπαδήμος είναι από τους ελάχιστους που έχουν κάποιες πιθανότητες να το επιτύχουν.
Ο Παπαδήμος – όχι η κυβέρνησή του. Για τον απλούστατο λόγο ότι η κυβέρνησή του στηρίζεται από πολιτικές δυνάμεις οι οποίες, για διαφορετικούς λόγους, κατέφυγαν -δεν επέλεξαν ελευθέρα βουλήσει- στη λύση αυτή. Ο μεν Γ. Α. Παπανδρέου (μετά το εφεύρημα του δημοψηφίσματος που, όσο περνά ο καιρός, δείχνει εξαιρετικά ανόητο για να είναι τυχαίο!) υποχρεώθηκε στη λύση Παπαδήμου, προκειμένου να κατευνάσει τους Ευρωπαίους εταίρους και να επιχειρήσει, εν συνεχεία, να σώσει ό,τι μπορούσε να διασωθεί από το πολιτικό του κεφάλαιο, προκειμένου να έχει το χρόνο να σχεδιάσει τις επόμενες κινήσεις του. Ο δε Α. Σαμαράς αρπάχτηκε από τη σανίδα Παπαδήμου για να ξεφύγει από τη μέγκενη των Ευρωπαίων, που απαιτούσαν συναίνεση, να διαφύγει από την, κομματικά χρήσιμη ώς αυτήν τη στιγμή, «αντιμνημονιακή» ρητορική και να γλιτώσει από το μουτζούρη της χρεοκοπίας της χώρας και της εξόδου από τη ζώνη του ευρώ. Επιπλέον, η προοπτική εγκατάστασης στο μέγαρο Μαξίμου επέβαλε στον αρχηγό της ΝΔ ελκυστικότερο προφίλ και καλύτερες σχέσεις με τους ηγέτες του Λαϊκού Κόμματος και πρωτίστως με τη Μέρκελ, για τις οποίες πάσχιζε, ολόκληρη την προηγούμενη εβδομάδα, στο Βερολίνο, ο έχων πολύ καλές σχέσεις με το γερμανικό πολιτικό κατεστημένο Ευρ. Στυλιανίδης.
Κατά συνέπεια, οι κυρίαρχες δυνάμεις του πολιτικού συστήματος έχουν μεγαλύτερη ανάγκη την κυβέρνηση Παπαδήμου από όσο η ίδια τους έχει ανάγκη. Γι' αυτόν τον λόγο, όσο το οικονομικό επιτελείο λειτουργεί αποδοτικά, οι καταγγελτικές ανακοινώσεις του Μιχελάκη για την εργασιακή εφεδρεία και η επίδειξη δύναμης του Παπουτσή στον Αδωνι Γεωργιάδη δεν έχουν τόση σημασία. Αντιθέτως. Μεγάλο ρόλο στη σταθερότητα και αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης Παπαδήμου θα διαδραματίσουν οι αντιδράσεις των κομματικών ακροατηρίων, πρωτίστως του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, αλλά και του ΛΑΟΣ, στη συνεύρεση αυτή.
Κι εδώ τα πράγματα για τις ηγεσίες των κομμάτων εξουσίας δεν είναι καθόλου καλά. Αφενός επειδή το μεγαλύτερο μέρος των ακροατηρίων τους εδώ και καιρό απομακρύνθηκε καταλογίζοντάς τους συνενοχή και αναποτελεσματικότητα στη διαχείριση της οικονομικής κρίσης. Αφετέρου γιατί οι σκληροί πυρήνες που απέμειναν βρέθηκαν σε απόλυτη αναντιστοιχία με τις κομματικές ηγεσίες τους, καθώς η πολιτική τους κουλτούρα ήταν επαρκής για τα εσωτερικής κοπής κομματικά παίγνια, αναντίστοιχη όμως με το διεθνές περιβάλλον και τις ανάγκες των καιρών.
Ετσι, ο Γ. Α. Παπανδρέου, όπως προκύπτει από το σύνολο σχεδόν των κυλιόμενων ερευνών οι οποίες πραγματοποιούνται το τελευταίο διάστημα, εμφανίζεται απολύτως έκθετος στη συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, γιατί, ενώ διέθετε την πλειοψηφία, αποχώρησε από την κυβέρνηση. Οι οπαδοί του «απαιτούν μία εξήγηση» και όσο δεν την έχουν η αντίδρασή τους στο πρόσωπο του πρώην πρωθυπουργού υπερβαίνει ακόμη και τα όρια της οργής. Φυσικό επόμενο ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ να θεωρείται ήδη «παρελθόν», πριν ακόμη οι επίδοξοι διάδοχοί του λάβουν θέση στην εκκίνηση της κούρσας διαδοχής.
Τα αστάθμητα ποσοστά του κόμματος που κέρδισε με 43,9% τις τελευταίες εκλογές είναι μετά βίας (!) διψήφια, ενώ μέγας ωφελημένος από το φυλλορρόημα της Ιπποκράτους εμφανίζεται ο Φ. Κουβέλης, που, ώς πριν από ένα μήνα, μόλις διασφάλιζε την είσοδό του στη Βουλή. Οσοι παρατηρούν με σκεπτικισμό τα θερμά ανοίγματα της ΔΗΜΑΡ στους «εκσυγχρονιστές του ΠΑΣΟΚ» σε συνδυασμό με πολιτικά σλάλομ του στιλ «στηρίζουμε τους στόχους της κυβέρνησης Παπαδήμου αλλά την καταψηφίζουμε», οφείλουν να έχουν υπόψη τους ότι, εάν διεξάγονταν σήμερα εκλογές, το κόμμα του Φ. Κουβέλη θα ήταν το τέταρτο, κατά σειρά, κόμμα της Βουλής με ποσοστά υψηλότερα του ΣΥΡΙΖΑ και του ΛΑΟΣ.
Η ΝΔ μπορεί να μην υποφέρει όσο το ΠΑΣΟΚ, καθώς ούτε κυβέρνηση ήταν ούτε πρόβλημα ηγεσίας αντιμετωπίζει, αλλά οι εκλογείς και ιδίως μεγάλο μέρος του κομματικού ακροατηρίου της έχουν πάρει επί πόνου τη στήριξη και συμμετοχή της στην κυβέρνηση Παπαδήμου. Διατηρεί ασφαλώς (δε θέλει και προσπάθεια άλλωστε!) το προβάδισμά της έναντι του ΠΑΣΟΚ, όμως είδε τα δημοσκοπικά ποσοστά της να μειώνονται από την ημέρα που οι αντιπρόεδροί της έλαβαν θέση στην αίθουσα του Υπουργικού Συμβουλίου, ενώ η κυρίαρχη τάση της «λαϊκής Δεξιάς», που ανδρώθηκε με την «αντιμνημονιακή» ρητορική, δείχνει να μην έχει χωνέψει την επιστολή Σαμαρά στους εταίρους πλην δανειστές μας – παρά τους αστερίσκους της.
Αποτέλεσμα της περιδίνησης την οποία βιώνει το ΠΑΣΟΚ και της αμηχανίας της ΝΔ είναι ότι, σύμφωνα με πολιτικούς αναλυτές, τα δύο ισχυρότερα κόμματα του υφιστάμενου πολιτικού συστήματος με προβολή των δημοσκοπικών ευρημάτων αθροιζόμενα μόλις και προσεγγίζουν το 45%, εάν διεξάγονταν σήμερα εκλογές! Εφόσον αυτή η κατάσταση επαληθευτεί στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση, δε μιλάμε απλώς και μόνο για «κρίση του δικομματισμού» ούτε για αδυναμία σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης.
Η ελληνική κοινωνία δείχνει, ασφαλέστερα παρά ποτέ, ότι υπερβαίνει το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα, όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά τη μεταπολίτευση. Υπό μία έννοια θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για το τέλος της μεταπολίτευσης, εάν δεν είχε διαπιστωθεί (και εξαγγελθεί) αναρίθμητες, έως τώρα, φορές. Η μεταπολίτευση ολοκληρώνει εδώ τον κύκλο της, όχι μόνον επειδή τα πρόσωπα που τη σηματοδότησαν γέρασαν, φθάρθηκαν και κυρίως απαξιώθηκαν μέσα στο πέρασμα του χρόνου. Τελειώνει γιατί δεν μπορεί πλέον να προσφέρει ό,τι έως σήμερα απλόχερα πρόσφερε.
Η κρίση χρέους είναι το φιτίλι. Το εκρηκτικό μίγμα είναι ό,τι ακριβώς επί σαράντα σχεδόν χρόνια υπήρξε παράγων σταθερότητας: ο μικρομεσαίος χυλός της ήσσονος προσπάθειας, η ασφάλεια ενός κράτους - πατερούλη, η διαιώνιση των κεκτημένων. Ολα όσα παρείχαν, με το αζημίωτο, τα αρχηγικά κόμματα, αυτά τα ίδια κόμματα που, και σήμερα, με ενέχυρο τα κονδύλια που τους… οφείλει για το 2015 (sic!) ο Έλληνας φορολογούμενος δανείζονται από τις τράπεζες, έχοντας ρίξει έξω τους δικούς τους προϋπολογισμούς.
Το τέλος της εποχής των ήρεμων και παχιών αγελάδων συμπίπτει με το τέλος του δικού τους ιστορικού κύκλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου